Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Γιατί, Γέροντα, νιώθω μέσα μου ένα κενό;


Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης
- Γιατί, Γέροντα, νιώθω μέσα μου ένα κενό;
- Από την κενοδοξία είναι. Όταν επιδιώκουμε να ανεβαίνουμε στα μάτια των ανθρώπων, νιώθουμε μέσα μας κενό- τον καρπό της κενοδοξίας - , γιατί ο Χριστός δεν έρχεται στο κενό, αλλά στην καρδιά του καινού ανθρώπου.
Δυστυχώς, πολλές φορές οι πνευματικοί άνθρωποι θέλουν την αρετή, αλλά θέλουν και κάτι που να τρέφη την υπερηφάνειά τους, δηλαδή αναγνώριση, πρωτεία κ.λπ., κι έτσι μένουν με ένα κενό στην ψυχή τους, το κενό της κενοδοξίας• δεν υπάρχει το πλήρωμα, το φτερούγισμα της καρδιάς. Και όσο μεγαλώνει η κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει και το κενό μέσα τους και τόσο υποφέρουν...
 
- Γέροντα, από πού προέρχεται το ζόρισμα που νιώθω στον αγώνα μου;

- Δεν αγωνίζεσαι ταπεινά. Όποιο; αγωνίζεται ταπεινά, δεν συναντά δυσκολία στον αγώνα του. Όταν όμως υπάρχουν πνευματικές επιδιώξεις ποτισμένες με κενοδοξία, τότε η ψυχή ζορίζεται. Τα άλλα πάθη δεν μας δυσκολεύουν τόσο πολύ στο πνευματικό ανέβασμα , όταν επικαλούμαστε ταπεινά το έλεος του Θεού. Όταν όμως μας κλέβη το ταγκαλάκι με την κενοδοξία, μας δένει τα μάτια και μας οδηγεί από το δικό του δύσβατο μονοπάτι και τότε ζοριζόμαστε , γιατί βρισκόμαστε σε ταγκαλίστικο χώρο.

Η πνευματική ζωή δεν είναι όπως η κοσμική ζωή. Εκεί, για να πάη, ας υποθέσουμε , καλά μια επιχείρηση, πρέπει να κάνη κανείς την τάδε διαφήμιση, να ρίξη αυτά τα φέιγ-βολάν , να κοιτάξη πώς να προβληθή. Στην πνευματική ζωή όμως, μόνον αν μισήση κανείς την κοσμική προβολή, πάει καλά η επιχείρηση η πνευματική. 

- Γέροντα, πώς θα διώξω τους λογισμούς κενοδοξίας;

- Να χαίρεσαι με τα αντίθετα από αυτά που επιδιώκουν οι κοσμικοί. Μόνο με τα αντίθετα των κοσμικών επιδιώξεων θα μπορέσης να κινηθής στον πνευματικό χώρο. Στοργή θέλεις; Να χαίρεσαι, όταν δεν σου δίνουν σημασία. Ζητάς θρόνο; Κάθισε τον εαυτό σου στο σκαμνί. Ζητάς επαίνους; Αγάπησε την περιφρόνηση , για να νιώσης τη αγάπη του Περιφρονημένου Ιησού. Ζητάς δόξα; Ζήτα ατιμία, για να νιώσης την δόξα του Θεού. Και όταν νιώσης την δόξα του Θεού, θα νιώθης τον εαυτό σου ευτυχισμένο και θα έχης μέσα σου την μεγαλύτερη χαρά από όλες τις χαρές του κόσμου. 


Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, 2007

Πηγή: eisdoxantheou

Ἡ αἰώνια κόλαση


π. Ἀλεβιζόπουλος Ἀντώνιος (+)
 
Ἡ ἁγία Γραφή ὀνομάζει κόλαση τήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ θανάτου. Μέ τήν ἴδια σημασία χρησιμοποιεῖ καί τόν ὅρο «γέεννα» (Ματθ. ι” 28).
Μιλάει ἐπίσης γιά «ἐξώτερον σκότος» (Ματθ. η” 12. κβ” 13. κε” 30), «κάμινον τοῦ πυρός» (Ματθ. ιγ” 42), «πῦρ αἰώνιον» (Ματθ. κε” 41), «λίμνη πυρός» (Ἀποκ. ιθ” 20. κ” 10.15), «δεύτερο θάνατο» (Ἀποκ. β” 11. κ” 6. κα” 8).
Αὐτές oι εἰκόνες δέν εἶναι σύμβολα ἐκμηδένισης, ἀλλά βασανισμoῦ. Οἱ ἄδικοι θά ὁδηγηθοῦν στό «δεύτερο θάνατο» (Ἀποκ. κα” 8), ποὺ εἶναι ὄλεθρος (Ματθ. ι” 28, σέ συσχετισμό μέ Λουκ. ιε” 4.24. Α” Κορ. ε” 5) καί μάλιστα ὄλεθρος «ἀπό προσώπου τοῦ Κυρίου» καί ἀπό τή δόξα τοῦ Θεοῦ (Β” Θεσ. α” 9. Ματθ. Ζ” 23. Λουκ. ιγ” 27-28)...

Ἡ αἰώvια κόλαση εἶναι πραγματικότητα, ὅπως καί ἡ αἰώvια ζωή.
Τήν ἐπιλογή τήν κάνει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος σ” αὐτή τή ζωή. Ἄν ἀγαπήσει τό Φῶς καί τά ἔργα τοῦ Φωτός, θά ἔχει αἰώvια κοινωνία μέ τό Φῶς τοῦ κόσμου (Ἰω. η” 12). Ἄν προτιμήσει τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἀποστραφεῖ τό Φῶς, μένει στό σκότος τό ἐξώτερον καί ὁδηγεῖται σέ «ὄλεθρον αἰώνιον ἀπό προσώπου τοῦ Κυρίου».
Ὁ Θεός σέβεται τήν ἐπιλογή τοῦ ἀνθρώπου (Ἰω. γ” 16-21. Σοφ. Σειρ. ε” 14-17).
Ὅσοι προτιμήσουν τό σκότος, δέν θά «ἁρπαγοῦν», θά στερηθοῦν δηλαδή τῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ. Στή ζωή τους ἀγάπησαν τό σκότος καί τά ἔργα τοῦ σκότους καί αὐτή ἡ ἐπιλογή ἀποτελεῖ τήν καταδίκη τους (Ματθ. κδ” 40-41. Λούκ. ιζ” 34-36): «Καί αὐτή εἶναι ἡ κρίσις, ὅτι τό φῶς ἦλθεν εἰς τόν κόσμον, καί oι ἄνθρωποι ἠγάπησαν τό σκότος μᾶλλον παρά τό φῶς, διότι ἦσαν πονηρά τά ἔργα των» (Ἰω. γ” 19).
Στήν ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος Ἅδης, γιά νά δηλώσει τόν «χῶρο» ὕπαρξης τῶν νεκρῶν, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἀμοιβή ἤ τήν τιμωρία.
Ὁ ὅρος Ἅδης δέν σημαίνει ὁπωσδήποτε τήν κόλαση (Πράξ. β” 27. Λουκ. ιστ” 23).
Οἱ κεκοιμημένοι πιστοί χαίρονται τήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ (Ἀποκ. στ” 11. κ” 4), ὅμως βρίσκονται σέ κατάσταση ἀναμονῆς περιμένουν τήν ἀνάσταση τοῦ σώματος σέ κατάσταση ἀφθαρσίας καί ἀθανασίας, γιά νά εἶναι ἡ χαρά τους ὁλοκληρωμένη, γιατί θά εἶναι καί πάλι ἑνωμένοι μέ τό σῶμα τους, μέ τό ὁποῖο ἄσκησαν τήν ἀρετή.
Ἡ χαρά καί ἡ ἀγαλλίαση θά εἶναι αἰώvια (Α” Κορ. ιε” 42-54).
Ὁ Χριστός ἔχει τά «κλειδιά» τοῦ Ἅδη καί τοῦ θανάτου (Ἀποκ. α” 18), θά καταργήσει καί τούς δύο, ἡ ἐλπίδα μας εἶναι βεβαία (Ἀποκ. κ” 4).
Πηγή: Αγία Ζώνη

http://www.pentapostagma.gr/

Έχεις όσα λένε οι μακαρισμοί του Χριστού;


Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
Ο Χριστός και Θεός μας φωνάζει καθημερινά ολοκάθαρα διά του ευαγγελίου του, «μακάριοι είναι οι πτωχοί στο φρόνημα, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών».
Ακούγοντας λοιπόν εμείς αυτό οφείλουμε να προσέχουμε και να εξετάζουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας, αν είμαστε πραγματικά τέτοιοι πτωχοί, ώστε να είναι και δική μας η βασιλεία των ουρανών τόσο, ώστε να έχουμε με συναίσθηση της ψυχής σίγουρη την κτήση αυτής και τόσο να κατέχουμε τον πλούτο της, ώστε να αι­σθανόμαστε αδίστακτα ότι υπάρχουμε μέσα σ’ αυτήν και να ευφραινόμαστε εντρυφώντας με τα εκεί καλά. Διότι ο Κύριος είπε ότι αυτή βρίσκεται μέσα μας...
Σημεία και απόδειξη ότι αυτή βρίσκεται μέσα σε κάποιον, είναι ότι αυτός δεν επιθυμεί κανένα από τα ορώμενα και φθειρόμενα, εννοώ δηλαδή τα πράγματα και τα τερπνά του κόσμου αυτού, ούτε πλούτο, ούτε δόξα, ούτε τρυφή, ούτε άλλη βιωτική ή σωματική απόλαυση, αλλά τόσο απέχει από όλα αυτά και με τόση αηδία διάκειται προς αυτά κατά τη ψυχή και προαίρεση, με όση διάκεινται εκείνοι που διαπρέπουν στην εξουσία και τη βασιλική τιμή προς εκείνους που ζουν επάνω σε πορνική σκηνή, και όσο αποστρέφονται τη δυσωδία και το βόρβορο όσοι φορούν καθαρά ρούχα και είναι αλειμμένοι με ευωδιαστό μύρο. Διότι εκείνος που περιστρέφεται γύρω από ένα πράγμα αυτών των ορωμένων ούτε είδε τη βασιλεία εκείνη των ουρανών ούτε οσφράνθηκε ούτε γεύθηκε την ευφροσύνη και γλυκύτητά της.
Και πάλι λέγει· «μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν». Ας δούμε λοιπόν πάλι και ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας, αν έχουμε μέσα μας το πένθος, και τι εννοεί με την παρηγορία που ακολουθεί το πένθος. Πρώτα είπε ότι οι πτωχοί στο πνεύμα είναι μακάριοι, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών.
Οι πτωχοί όμως στο πνεύμα, όπως είπα­με, δεν έχουν καμμιά συμπάθεια προς τα παρόντα ούτε προσκολλούν προς αυτά με εμπάθεια τον λογισμό, έστω και γι’ απλή ευχαρίστηση. Πώς λοιπόν θα πενθήσει και γιατί αυτός που σιχάθηκε όλον τον κόσμο κι’ απομακρύνθηκε από αυτόν ως προς τη διάθεση του λογισμού περισσότερο, από όσο τον προσεγγίζει κατά το σώμα;
Αυτός που δεν έχει την επιθυμία σε κάτι από τα ορώμενα για ποιό πράγμα άραγε θα λυπηθεί ή θα χαρεί, και πώς θα πενθήσει εκείνος που έχει την βασιλεία των ουρανών και ευφραίνεται μέσα σ’ αυτήν καθημερινά; Διότι είπε ότι εκείνοι που πενθούν δέχονται την παράκληση. Αλλά προσέχετε, παρακαλώ, τα λεγόμενα και θα αντιληφθείτε το νόημα και τον σκοπό του λε­γομένου.
Ο πιστός άνθρωπος, που προσέχει πάντοτε με ακρίβεια τις εντολές του Θεού, όταν εκτελέσει όλα τα οριζόμενα από τις θείες εντολές και ανεβάσει τη διάνοιά του προς το ύψος αυτών, δηλαδή προς την άψογη διαγωγή και καθαρότητα, τότε εξετάζοντας τα μέτρα του, θα βρει ότι είναι ασθενής και ανίκανος να φθάσει στο ύψος εκείνο των εντολών, θα βρει ότι είναι πολύ πτωχός, δηλαδή ανάξιος να υποδεχθεί τον Θεό, να του αποδώσει ευχαριστία και να τον δοξολογήσει, διότι δεν απέκτησε ακόμη κανένα δικό του αγαθό.
Αυτός που με συναίσθηση ψυχής σκέ­πτεται αυτά για τον εαυτό του θα πενθήσει οπωσδήποτε με το μακαριότατο πραγματικά πένθος, το οποίο και την παρηγορία δέχεται και πραεία καθιστά τη ψυχή.
Η προκαλούμενη δηλαδή από το πένθος παρηγοριά είναι αρραβώνας της βασιλείας των ουρανών. Διότι η πίστη, κατά τον απόστολο, είναι υπόσταση ελπιζομένων πραγμάτων, παρηγο­ρία είναι η γινομένη από την έλλαμψη του Πνεύματος επιδημία του Θεού στις ψυχές που πενθούν, που τις βραβεύει για την ταπεινοφροσύνη τους, η οποία ονομάζεται και σπόρος και τά­λαντο.
Αυτή, αυξανόμενη και πολλαπλασιαζόμενη στις ψυχές των αγωνιστών καρποφορεί για τον Θεό κατά τριάντα και εξήντα και εκατό, καρπό άγιο των χαρισμάτων του Πνεύματος. Διό­τι, όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, εκεί υπάρχει και βυθός ταπεινοφροσύνης· και όπου υπάρχει ταπεινοφροσύνη, εκεί υπάρχουν και ελλάμψεις του Πνεύματος.
Και όπου υπάρχουν οι ελλάμψεις του Πνεύματος, εκεί υπάρχει φωτοχυσία Θεού και Θεός με σοφία και γνώση των μυστηρίων του. Όπου πάλι υπάρχουν αυτά, εκεί υπάρχει βασιλεία ουρανών και επίγνωση βασιλείας και οι κρυμμένοι θησαυροί της γνώσεως του Θεού, μεταξύ των οποίων είναι η φανέρωση της πνευματικής πτωχείας.
Όπου τέ­λος υπάρχει αίσθηση πνευματικής πτωχείας, εκεί υπάρχει και το χαρμόσυνο πένθος, εκεί και τα αδιάκοπα χυνόμενα δάκρυα, που καθαρίζουν τη ψυχή που τ’ αγαπά και την καθιστούν τελείως φωτεινότατη.
Μ’ αυτά λοιπόν ανυψούμενη η ψυχή και αναγνωρίζοντας τον Δεσπότη της, αρχίζει να καρποφορεί με ζήλο τις άλλες αρετές για τον εαυτό της και τον Χριστό. Και εύλογα. Διότι, ποτιζόμενη πάντοτε και λιπαινόμενη με τα δάκρυα και σβήνοντας τε­λείως το θυμοειδές της γίνεται ολόκληρη πραεία και ακίνητη εντελώς προς την οργή, και επιθυμεί και ορέγεται, καθώς πεινά και διψά συγχρόνως, να μάθει τα δικαιώματα του Θεού.
Έτσι γίνεται και ελεήμων και συμπαθής, ώστε με όλα αυτά να καθί­σταται καθαρή η καρδιά της, και αυτή να φθάνει σε οπτασία του Θεού και να βλέπει καθαρά τη δόξα του σύμφωνα με την υπό­σχεση.
Αυτοί λοιπόν που έχουν τέτοιες τις ψυχές τους είναι πραγματικά ειρηνοποιοί και ονομάζονται υιοί του Υψίστου, οι οποίοι και γνωρίζουν καθαρά τον Πατέρα και Δεσπότη τους, και τον αγαπούν με όλη τη ψυχή τους, υπομένοντας γι’ αυτόν κάθε πόνο και κάθε θλίψη, υβριζόμενοι, περιπαιζόμενοι, στενοχωρούμενοι για χάρη της δικαίας εντολής του, την οποία μας πα­ρήγγειλε να φυλάσσουμε, και ονειδιζόμενοι και διωκόμενοι, υπομένουν με χαρά κάθε πονηρό λόγο εκφερόμενο εναντίον τους ψευδώς χάριν του ονόματός του, νοιώθοντας αγαλλίαση διότι γενικά αξιώθηκαν ν’ ατιμασθούν από ανθρώπους για την αγάπη του.
Μάθετε καλά, αδελφοί, το αληθινό εκτύπωμα της σφραγίδας του Χριστού. Αναγνωρίστε, οι πιστοί, τις ιδιότητες του χαρα­κτήρα της. Μια πραγματική σφραγίδα υπάρχει, η έλλαμψη του Πνεύματος, αν και πολλές είναι οι όψεις των ενεργειών της και πολλά τα γνωρίσματα των αρετών της, των οποίων πρώτο και αναγκαιότερο είναι η ταπείνωση ως αρχή και θεμέλιο, διότι, λέ­γει, «προς ποίον θα ρίψω τα μάτια μου, παρά προς εκείνον που είναι πράος και ήσυχος και τρέμει τους λόγους μου;»· δεύτερο είναι το πένθος και η πηγή των δακρύων, για τα οποία θέλω να πω πολλά, αλλά στερούμαι τα λόγια με τα οποία επιθυμώ να εκφράσω τα σχετικά με αυτά.
Πράγματι είναι θαύμα ανεκλάλητο, διότι τα δάκρυα που τρέχουν διά μέσου των αισθητών οφθαλμών εκπλύνουν νοερά την ψυχή από το βόρβορο των αμαρτημάτων και πέφτοντας στη γη φλέγουν και συντρίβουν τους δαίμο­νες και ελευθερώνουν τη ψυχή από τα αόρατα δεσμά της αμαρτίας.
Ω δάκρυα, τα οποία αναβλύζετε από την θεία έλλαμψη και διανοίγετε τον ίδιο τον ουρανό και μου προξενείτε θεία παρηγοριά. Διότι πάλι και πάλι, κυριευμένος από ηδονή και πόθο, λέγω τα ίδια. Όπου υπάρχει πλήθος δακρύων, αδελφοί, συνοδευόμενο από γνώση αληθινή, εκεί υπάρχει και απαύγασμα θείου φωτός.
Και όπου υπάρχει απαύγασμα φωτός, εκεί υπάρχει χορη­γία όλων των καλών και η σφραγίδα του αγίου Πνεύματος φυτευμένη στην καρδιά, από το οποίο προέρχονται όλοι οι καρποί της ζωής· από εδώ καρποφορείτε για τον Χριστό πραότητα, ει­ρήνη, ελεημοσύνη, συμπάθεια, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστη, εγκράτεια, από εδώ προέρχεται το ν’ αγαπά κανείς τους εχθρούς, και να εύχεται γι’ αυτούς, να χαίρεται κατά τους πειρασμούς και να υπερηφανεύεται στις θλίψεις, να θεωρεί δικά του τα ξένα πταίσματα και να κλαίει γι’ αυτά, το να προσφέρει τη ζωή του πρόθυμα σε θάνατο για τους αδελφούς του.
Ας προσέξουμε λοιπόν, αδελφοί, και ας εξετάσουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας και ας γνωρίσουμε τις ψυχές μας, αν υπάρ­χει μέσα μας αυτή η σφραγίδα. Ας γνωρίσουμε από τα αναφερθέντα σημεία, αν είναι μέσα μας ο Χριστός.
Ακούσατε, παρακαλώ, Χριστιανοί αδελφοί, και ανανήψατε και εξετάσατε αν έλαμψε στις καρδιές σας το φως, αν θεωρήσατε το μεγάλο φως της επιγνώσεως, αν σας επισκέφθηκε η ανατολή από ψηλά φωτίζο­ντας εκείνους που κάθονται στο σκότος και στη σκιά θανάτου και ας απευθύνουμε διαρκώς δοξολογία και ευχαριστία στον αγαθό Δεσπότη που μας τη δώρισε και ας αγωνισθούμε να θρέψου­με αφθονότερα το διά της εργασίας των εντολών μέσα μας θείο πυρ, διά του οποίου συνήθως το θείο φως φέγγει περισσότερο και λαμπρότερα.
Αν όμως δεν λάβαμε ακόμη τον Χριστό ή τη σφραγίδα του και δεν διακρίνουμε τα προαναφερθέντα σημεία μέσα μας, αλλά αντίθετα μάλλον ζει μέσα μας ο δόλιος κόσμος και εμείς ζούμε δυστυχώς σ’ αυτόν, νομίζοντας ότι τα πρόσκαιρα είναι κάτι σπουδαίο, και υποκύπτουμε στις θλίψεις και στενοχωρούμαστε για τις ζημίες και ευφραινόμαστε, αλλοίμονο πόση ζημία, αλλοίμονο ποιά άγνοια και σκότιση, αλλοίμονο πόση τα­λαιπωρία και αναισθησία, από τα οποία κυριαρχούμαστε και από τα οποία αποσπόμαστε προς τα γήινα.
Είμαστε πραγματικά ελεεινοί και πανάθλιοι και ξένοι προς την αιώνια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών, μη έχοντας αποκτήσει μέσα μας τον Χρι­στό, αλλ’ έχοντας μέσα μας τον κόσμο ζωντανό, αφού μέσα σ’ αυτόν ζούμε και τα γήινα σκεπτόμαστε.
Αυτός όμως που βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση είναι πραγματικός εχθρός του Θεού· διότι το πάθος για τον κόσμο αποτελεί έχθρα για τον Θεό, όπως λέγει ο θείος απόστολος· «μην αγαπάτε τον κόσμο ούτε τα του κόσμου», διότι κανείς δεν μπορεί να δουλεύει στον Θεό και να ζει κατά τον κοσμικό άνθρωπο, επειδή όλα τα εγκόσμια είναι εμπόδια της αγάπης και ευαρεστήσεως προς τον Θεό.
Πραγματικά ποιος, που αγαπά τη δόξα και την τιμή από ανθρώπους, θα θεωρήσει ποτέ τον εαυτό του τελευταίο και ευτελέστερο όλων, και θα γίνει ταπεινός πνευματικά ή συντριμμένος στην καρδιά ή θα μπορέσει γενικά ποτέ να πενθήσει; Ποιος, που αγαπά τον πλούτο και είναι κυριαρχημένος από φιλαργυρία και φιλοκτημοσυνη, θα γίνει ελεήμων και συμπαθής, και δεν θα είναι αγριότερος και σκληρότερος από κάθε θηρίο;
Ποιος που κυ­ριαρχείται από κενοδοξία και κατέχεται από αλαζονεία, θ’ απαλλαγεί ποτέ από φθόνο και ζήλεια; Αυτός πάλι που κάμπτεται και από τα πάθη της σάρκας και κυλιέται στο βόρβορο των ηδονών, πότε θα γίνει καθαρός στην καρδιά ή πότε και πώς θα δει τον Θεό που τον δημιούργησε;
Πώς επίσης θα είναι ειρηνοποιός όποιος αποξένωσε τον εαυτό του από τον Θεό και δεν ακούει εκείνον που λέει, «πρεσβεύουμε υπέρ του Χριστού, αφού ο Θεός συμβουλεύει μέσω ημών συμφιλιωθείτε με τον Θεό»;
Διότι ο καθένας που με την παράβαση των εντολών ανθίσταται και πολεμά τον Θεό, αυτός, ακόμη και αν κάνει όλους να ειρηνεύουν μεταξύ τους, είναι εχθρός του Θεού, επειδή και αυτό που κάνει, συμφιλιώνοντας αυτούς μεταξύ τους, δεν το κάνει όπως αρέσει στον Θεό.
Διότι, αφού είναι αυτός πρώτος εχθρός του εαυτού του και του Θεού, γίνονται εχθροί του Θεού και όσοι ειρηνεύουν μέσω τέτοιων ανθρώπων.
Οπωσδήποτε δηλαδή ο εχθρικά διακείμενος προς κάποιον δεν γνωρίζει να συμβουλεύει σωστά άλ­λους τα πιστευτά και αρεστά στον εχθρό και να τους διδάσκει να εκτελούν τα θελήματα εκείνου, επειδή το γεγονός και μόνο ότι ζει αποχωρισμένος από αυτόν του γίνεται αιτία άγνοιας των επιθυμιών εκείνου, και όχι μόνο αυτό, αλλά επειδή διάκειται προς αυτόν με εμπάθεια και απέχθεια και έχει διαρκώς το μέλημα να βαδίζει ενάντια προς τα θελήματα εκείνου, δημιουργεί κάποια συνήθεια, ώστε, και αν κάποτε θελήσει αυτός να διδάξει άλλους τα τελούμενα προς λατρεία εκείνου, να μη μπορεί εύκολα.
(Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κατηχητικός Λόγος Β΄, Ε.Π.Ε Φιλοκαλία των νηπτικών και Ασκητικών 19Γ΄, σ. 323-333)
 

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Η ανθρωπολογία που εκφράζει η Λογοτεχνία

 Η μελέτη του φιλολόγου κ. Ηρακλή Ψάλτη σχετικά με τα θέματα της αμαρτίας και της λύτρωσης στο έργο του Γ. Βιζυηνού, από την άποψη της Ορθόδοξης Θεολογίας (προηγούμενη δημοσίευση:http://bitly.com/1PECD9q), προχωρά στο σημερινό της απόσπασμα στην εξέταση της ατομικής ύπαρξης μέσα από τις φόρμες του σύγχρονου μυθιστορήματος.
4.4  Ερμηνεία και Λογοτεχνία
Η μέθοδος ανάλυσης των λογοτεχνικών κειμένων συνδέεται στενά με την Κριτική της Λογοτεχνίας. Κάθε εποχή όμως προσεγγίζει από διαφορετική  οπτική το φαινόμενο της λογοτεχνίας και κάνει τις δικές της αναγνώσεις είτε πρόκειται για κείμενα του παρελθόντος είτε για σύγχρονα. Η Κριτική επηρεάζεται από τις επιστημονικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις της εποχής της, έτσι για παράδειγμα η ψυχολογία του βάθους των Σ. Φρόιντ (Sigmund Freud, 1856-1939) και Κ. Γιούγκ (Carl Jung, 1875-1961) «δημιουργεί» την ψυχαναλυτική μέθοδο, οι απόψεις του Κ. Μαρξ (Karl Marx, 1818-1883) οδηγούν στην μαρξιστική μέθοδο ερμηνείας, οι εργασίες των Ρώσων φορμαλιστών και των γλωσσολόγων του 20ου αιώνα      [Ρ. Γιάκομπσον (Roman Jacobson, 1896-1982), Ν. Τσόμσκι (Avram Noam Chomsky, γεν. 1928), Ουμ. Έκο (Umberto Eco, γεν. 1932)]  συνθέτουν τον  δομισμό  και τη σημειολογική προσέγγιση του λογοτεχνικού κειμένου[284]. Τα τελευταία χρόνια οι κριτικοί επιδεικνύουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το θέμα της πρόσληψης της λογοτεχνίας. Επισημαίνουν ότι ένα λογοτεχνικό έργο προσφέρει ένα φάσμα διαφορετικών αναγνωστικών εμπειριών σε διαφορετικούς αναγνώστες, αλλά και ο ίδιος δέκτης/αναγνώστης μπορεί να αντλήσει διαφορετικά μηνύματα από διαδοχικές αναγνώσεις του ίδιου λογοτεχνικού έργου σε διαφορετικές χρονικές στιγμές λόγω της συνεχούς ιστορικής αλλαγής και πνευματικής του ανάπτυξης[285].
Πηγή: wikimedia commons
Πηγή: wikimedia commons
Υπάρχουν, επίσης, κριτικοί της λογοτεχνίας επηρεασμένοι από φιλοσόφους και σημειολόγους -Hans Georg Gadamer (1990-2002), Jacques Derrida (1930-2004) και Umberto Eco- οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού κειμένου με οπτική θεολογική αφορά κατεξοχήν τον τρόπο με τον οποίο ο αναγνώστης ελεύθερα ανταποκρίνεται και ελεύθερα καθορίζει τη θεολογική σημασία που μπορεί να έχει ένα κείμενο. Οι εμπειρίες του, η πίστη και η γνώση του είναι αυτές που καθορίζουν την αποκωδικοποίησή του. Ο αναγνώστης διακρίνει την ηθική πρόταση ενός κειμένου κατά πόσο αυτή αμφισβητεί και απορρίπτει μια εν Χριστώ ζωή ή κατά πόσο την ακολουθεί, την ανανεώνει και την εμπλουτίζει, χωρίς να ενδιαφέρεται παράλληλα, αν η ερμηνεία του ανταποκρίνεται στις προθέσεις του συγγραφέα[286] (θεωρία της πρόσληψης).
Η λογοτεχνία, έτσι, κυρίως μέσω του μυθιστορήματος, εκφράζει μια κοσμολογία και ανθρωπολογία, ανάλογη αλλά και διαφορετική από εκείνη της θεολογίας. Μπορεί να μη θεολογεί, αλλά ενσαρκώνει ένα λόγο με στοιχεία καθολικότητας[287], διότι η λογοτεχνία είναι η φιλοσοφία και η θεολογία του ατομικού ανθρώπου, το «Ευαγγέλιο» του θρησκευτικά απελευθερωμένου αστικού κόσμου[288].  Ο τελικός σκοπός της είναι να απεγκλωβίζει  τον αναγνώστη της  από τον κόσμο της αυταπάτης προσφέροντάς του εικόνες μιας αυθεντικής πραγματικότητας, παρόλο που και η ίδια συχνά αυτοαμφισβητείται και αυτοσαρκάζεται: «Έχετε την ιδέα πώς κάνετε ποίηση, όταν το αίμα σας είναι καλά σιγουρεμένο στις φλέβες;[289]»
[Συεχίζεται]
[284]Γ. Παγανός, «Λογοτεχνική κριτική» στο Η νεοελληνική πεζογραφία  θεωρία και πράξη (Αθήνα: Εκδόσεις Κώδικας, 1983)σσ.47 -58, εδώ σσ.47-48.
[285]J. Hawthorn, Ξεκλειδώνοντας το κείμενο. Μια εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας(Ηράκλειο: Εκδόσεις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1999)σσ.194-195.
[286]Σπ. Αθανασοπούλου-Κυπρίου, «Ορθοδοξία και λογοτεχνία», όπ. παρ., σ.87.
[287]Π. Καλαϊτζίδης, «Θεολογικές προϋποθέσεις του διαλόγου με τη μοντέρνα λογοτεχνία», όπ. παρ., σ.343.
[288]Π. Καλαϊτζίδης, «In interiore homine, θεολογική περιήγηση στις προϋποθέσεις της νεωτερικής λογοτεχνίας», οπ. παρ., σ.42.
[289]Ν. Καρούζος, Πεζά κείμενα (Αθήνα: Εκδόσεις Ίκαρος, 1998) σσ.114-115.

Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου


Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Εορτάζει στις 23 Νοεμβρίου εκάστου έτους.

Σταλείς Αμφιλόχιε νεκρών αμφίοις,
Λοχους σκεδάζεις και νεκρός νοουμένους.
Εικάδι εν τριτάτη θάνατος λάβεν Αμφιλόχιον.

Βιογραφία
Ο Άγιος Αμφιλόχιος ήταν Καππαδόκης, σύγχρονος του Μεγάλου Βασιλείου ( 1 Ιανουαρίου) και φίλος του.
Διακεκριμένος για τη μεγάλη του μόρφωση και ευσέβεια, αναδείχθηκε επίσκοπος Ικονίου το έτος 344 μ.Χ. Υπήρξε άριστος επίσκοπος και μετείχε στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και διέπρεψε. Ο Αμφιλόχιος δεν είχε κύρος μόνο στη δική του Εκκλησία, αλλά το ηθικό κύρος του είχε επεκταθεί και σε άλλες περιοχές. Έτσι, παρενέβαινε και σε Εκκλησίες κοντινές, όπου διασφάλιζε την ειρήνη και ορθοτομούσε το λόγο της αληθείας.
Διότι στο έργο του, είχε οδηγό τα θεόπνευστα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «Σπούδασον σεαυτόν δόκιμον παραστήσαι τω Θεώ, εργάτην ανεπαίσχυντον, ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας». (Β’ προς Τιμόθεον, στ’ 15). Δηλαδή, λέει ο Απόστολος Παύλος, προσπάθησε να παραστήσεις τον εαυτό σου στο Θεό δοκιμασμένο και τέλειο εργάτη, που δεν τον ντροπιάζει το καλοφτιαγμένο έργο του, και διδάσκει ορθά το λόγο της αληθείας. Στην προς Αμφιλοχία επιστολή ο Μέγας Βασίλειος φανερώνει τη λαμπρή ηθική φυσιογνωμία του Αμφιλοχίου.
Τον παρακαλεί να παραστεί στην τιμητική γιορτή υπέρ των μαρτύρων της Καισαρείας, για να αποβεί αυτή σεμνότερη, διότι ο λαός της Καισαρείας τον αγαπά, όσο κανένα άλλο επίσκοπο.
Ο Αμφιλόχιος συνέταξε αρκετούς λόγους για την Ορθοδοξία μας, και πέθανε ειρηνικά το έτος 394 μ.Χ.
Απολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Σοφίας την έλλαψιν ως καθαρός μυηθείς, δογμάτων ορθότητος φωτοειδείς αστραπάς εκλάμπεις τοις πέρασι· συ γαρ την εν Τριάδι ομοούσιον φύσιν εκήρυξας, ασυγχύτως καθελών τας αιρέσεις. Διο σε, ιεράρχα Αμφιλόχιε, Χριστός εδόξασε.

Κοντάκιον
Ήχος β’. Τα άνω ζητών.
Η θεία βροντη, η σάλπιγξ η του Πνεύματος, πιστών φυτουργέ, και πέλεκυς των αιρέσεων, Ιεράρχα, Αμφιλόχιε, της Τριάδος θεράπον μέγιστε, συν Αγγέλοις πέλων αεί, πρεσβεύων μη παύση υπέρ πάντων ημών.

Κάθισμα
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Λαμπρύνεις τα πέρατα, εν τη ση μνήμη σοφέ, το σώμα εκβλύζει σου, των ιαμάτων πηγάς, Αμφιλόχιε ένδοξε· όθεν και ασθενείας, απαλλάττεις παντοίας, πίστει τούς προσιόντας, τω σεπτώ σου τεμένει, και νυν πταισμάτων την λύσιν, αίτησαι πάσιν ημίν.
Ακούστε το απολυτίκιο!

Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου - Άγιον Όρος, Μεγίστη Λαύρα
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου – Άγιον Όρος, Μεγίστη Λαύρα
Πηγή: saint.gr 

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2015

Θαυματουργή προσευχή στον άγιο Απόστολο Ιούδα τον Θαδδαίο· για όσους αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλες δυσκολίες στη ζωή τους!!!


Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΟΥΔΑ ΤΟΝ ΘΑΔΔΑΙΟ. Για όσους αντιμετωπίζουν πολύ δύσκολα προβλήματα. Βοήθεια σας.Ο Ιούδας ο Θαδδαίος, δεν έχει καμία σχέση με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη που πρόδωσε τον Θεάνθρωπο.Κατά την Ιεράν Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, ο Κυριος μας , θέλοντας να αποκαταστήσει το Όνομα του Προδότη Ισκαριώτη, έδωσε στον Ιούδα τον Θαδδαίο, μια ξεχωριστή ευλογία. Μια χάρη, στην οποία, ότι θα ζητάει ο Θαδδαίος από τον Χριστό μας για εμάς, αυτό θα γίνεται.
Η προσευχή που ακολουθεί είναι ακόμη μια δέηση για μεσιτεία στον Δεσπότη των πάντων … άλλη μιά προσευχή που βοήθησε κάποιους που συνάντησαν ανυπέρβλητα εμπόδια ,όταν φαινόταν να μην υπάρχει καμιά βοήθεια και είχαν σχεδόν απελπιστεί…
Σαφώς και το θέμα της προσευχής δεν είναι ποσοτικό …Το οτι έχει σχετιστεί απο κάποιους αδερφούς μας η συγκεκριμένη προσευχή με μιά παράδοση επτά επαναλήψεων επί εννέα ημέρες, είναι κάτι με συμβολική μεν απόχρωση, που θα πρέπει όμως σίγουρα να αξιολογείται με μεγάλη προσοχή και την πάντα απαραίτητη διάκριση… Επουδενί λόγω βέβαια δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αυτή αλλά και οποιαδήποτε άλλη προσευχή με μια θρησκοληπτική διάθεση ή σαν μαγικό φάρμακο ….Μια τέτοια αντιμετώπιση της προσευχής προσιδιάζει στην πλάνη και σίγουρα δεν αναπαύει κανέναν….
Και ούτε θα πρέπει κανείς να απογοητεύεται αν αυτή ή οιαδήποτε άλλη παράκληση προς τον Τριαδικό Θεό μας , δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα ….Το γιατί είναι αυτό που πρέπει να μας απασχολεί σύμφωνα και με τον Ιερό Χρυσόστομο …
Γιατί λοιπόν ; Γιατί πολλές φορές μόλις πάρουμε αυτό που ζητήσαμε από το Θεό χαλαρώνουμε το ζήλο μας για προσευχή. Άλλοτε γιατί ζητούμε αγαθά που δεν συμφέρουν την ψυχή μας και άλλοτε γιατί δείχνουμε αδιαφορία. Καθυστερώντας ο Θεός να μας δώσει εκείνα που του ζητούμε αυξάνει το ζήλο μας και την επιμονή μας.
Ο Κύριος θέλει να μας διδάξει την συνεχή καταφυγή μας σ΄ Αυτόν , αναβάλλει, επειδή θέλει να εισπράξουμε το μισθό της υπομονής και επειδή γνωρίζει και την κατάλληλη στιγμή που μας συμφέρει να επιτύχουμε αυτά που επιδιώκουμε.Είτε λάβουμε είτε δεν λάβουμε όσα ζητήσαμε από το Θεό, οφείλουμε να Τον ευχαριστούμε γιατί ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από μας το συμφέρον μας…
Η προσευχή:
Αγιώτατε Απόστολε, Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, πιστέ υπηρέτη και φίλε του Ιησού, η Ορθοδοξία, σ όλον τον κόσμο σε τιμά και σε επικαλείτε ως Προστάτη των απελπισμένων υποθέσεων, αυτών για τις οποίες έχει χαθεί κάθε ελπίδα.Προσευχήσου για μένα. Είμαι τόσο απελπισμένος/η και μόνος/η. Σε ικετεύω κάνε χρήση αυτής της ιδιαίτερης Χάρης που σου έχει δοθεί, να φέρνεις ορατή και γρήγορη βοήθεια όπου δεν υπάρχει καμμία σχεδόν ελπίδα βοηθείας. Βοήθησέ με τούτη την ώρα της ανάγκης, για να μπορέσω να λάβω την παρηγοριά και την βοήθεια της Αγίας Τριάδος, σ όλες μου τις ανάγκες, δοκιμασίες, και βάσανα (εδώ εκφράζετε το αίτημά σας) και να μπορώ να υμνώ τον Χριστό μαζί με σένα και με όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς.Υπόσχομαι, ω ευλογημένε Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, να ενθυμούμαι πάντοτε αυτή τη μεγάλη Χάρη. Να σε τιμώ πάντοτε, ιδιαίτερα ως τον πιο δυνατό προστάτη μου, και μ ευγνωμοσύνη να ενθαρρύνω την ευλάβεια προς εσένα, ΑΜΗΝ.Είθε το όνομα της Αγίας Τριαάδος να λατρεύεται και να υμνείται απ όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, στους αιώνες των αιώνων, ΑΜΗΝ.Είθε το όνομα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, να υμνείται και να δοξάζεται τώρα και παντοτεινά, ΑΜΗΝ.Αγιε Ιούδα Θαδδαίε δεήσου για μας και άκουσε τις προσευχές μας, ΑΜΗΝ.Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Ιησού Χριστού. Ας είναι ευλογημένο το όνομα της Υπεραγίας και Αειπαρθένου Μαρίας. Ας είναι ευλογημένος ο Αγιος Ιούδας ο Θαδδαίος.Σ όλο τον κόσμο και σ όλους τους αιώνες, ΑΜΗΝ.Πάτερ Ημών Χαίρε Μαρία Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου.Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ο Ιησούς.Υπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών νυν και αεί και την ώρα του θανάτου ημών, ΑΜΗΝ
Αυτή η προσευχή του Αγίου Ιούδα του Θαδδαίου λέγεται όταν συναντάμε προβλήματα ή όταν δεν φαίνεται να υπάρχει βοήθεια και έχουμε σχεδόν απελπιστεί. Οι προσευχές του εννεαημέρου απαγγέλλονται επτά (7)* φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούονται την εννάτη και πριν, όταν λέγονται με πίστη και ταπείνωση και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη Χάριν που ζητάτε από τον Άγιο Ιούδα το Θαδδαίο, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται. Πολλοί άνθρωποι προβληματίζονται με το επτά(7) φορές την ημέρα και επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Ο αριθμός επτά (7) είναι ιερός αριθμός και οι Πατέρες της Εκκλησίας όπως ο Ιερός Χρυσόστομος τον θεωρούν αριθμό της πληρότητος του Θεού. Δεν είναι τυχαίο ότι η Αγία Γραφή αναφέρει στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη πολλές φορές τον αριθμό επτά (7),π.χ.
Επτά ημέρες δημιουργίας.
Ο Δαυίδ αναγγέλλει « ἑπτάκις τῆς ἡμέρας αἰνέσω Σε Κύριε».
Επτά οι Οικουμενικές Σύνοδοι.
Επτά οι λυχνίες της Αποκάλυψης κτλ.
Ο αριθμός εννέα (9) που αναφέρεται συμβολίζει τα εννέα τάγματα των Επουρανίων Αγγελικών Δυνάμεων τα οποία αδιάλειπτα προσφέρουν με την Χάριν του Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ την προστασία τους στους ανθρώπους και γι’ αυτό θέλουμε συμβολικά να τα τιμήσουμε.

Προσωπικές μαρτυρίες μαθήτριας για σύγχρονα θαύματα του Αγίου Λουκά επισκόπου Κριμαίας.

AgiosLoukas09Γεια σας.
Είμαι κοπέλα 19 ετών και θα ήθελα να προσπαθήσω να μάθουν όσοι περισσότεροι άνθρωποι γίνεται για τον Άγιο Λουκά τον ιατρό της Κριμαίας. Φέτος είχα Πανελλήνιες εξετάσεις..και ακριβώς την περίοδο της εξέτασης μου. Δυστυχώς παρουσιάστηκε ένα πρόβλημα στον λαιμό μου και συγκεκριμένα στους λεμφαδένες.
Επισκεφθήκαμε έναν ιατρό . Δυστυχώς μου έδωσε λάθος αντιβίωση με αποτέλεσμα να μην μπορώ να σταθώ όρθια από τον πόνο στο στομάχι. Ο πόνος δυνάμωνε κάθε μέρα ..ώσπου η γιαγιά μου μου έφερε μια μικρή εικονίτσα του Αγίου Λουκά. Δεν τον γνώριζα τον Άγιο Λουκά και για τον λόγο αυτό διάβασα όλο τον βίο του.  Την επόμενη μέρα ο πόνος ήταν σε υπερβολικό βαθμό ώσπου άρχισα να παρακαλάω τον Άγιο και τοποθέτησα το εικόνισμα του στο σημείο όπου πονούσα.  Λίγη ώρα μετά σηκώθηκα και μετά από μια ολόκληρη εβδομάδα πόνου μπόρεσα και στάθηκα όρθια χωρίς καμία ενόχληση. Αμέσως μετά λίγες μέρες επισκεφθήκαμε την Ιερά Μονή της Παναγίας Δοβρά της Βέροιας όπου βρίσκονται τα λείψανα του Αγίου.
Έπειτα όλα πήγαν καλά οι λεμφαδένες αποχώρησαν και είχα επιτυχία στις πανελλήνιες εξετάσεις μου. Λίγες μέρες όμως πριν αισθάνθηκα μια ενόχληση στο σημείο που υπήρχαν οι λεμφαδένες , ανησύχησα. Ήταν βράδυ και ήμουν ξαπλωμένη παρακαλούσα τον Άγιο να μην γίνει το ίδιο επεισόδιο με τότε και ας μην το κάνει για εμένα, ας το κάνει για την μητέρα μου διότι δεν θα άντεχα να την ξανά αντικρίσω φοβισμένη για εμένα όπως τότε. Ακριβώς εκείνη την στιγμή ένα απαλό άγγιγμα αισθάνθηκα από μέσα μου  στο σημείο ακριβώς που πονούσα και ο πόνος υποχώρησε σε δευτερόλεπτα. Ήξερα και αισθανόμουν πως ήταν ο Άγιος αυτός! Έπειτα από μερικές μέρες αρρώστησε ελαφριά ο πατέρας μου , πρώτη φορά όμως τον είδα να μην μπορεί να περπατήσει από ζαλάδες. Πριν κοιμηθώ στο δωμάτιο μου ξέσπασα σε κλάματα παρακαλώντας ξανά τον Άγιο ,να ακούσω το επόμενο πρωινό ότι ο πατέρας μου είναι έστω λίγο καλύτερα. Έτσι και έγινε ξύπνησα απότομα με αγωνία να τον ρωτήσω πως είναι και άκουσα από τον ίδιο να μου λέει χαμογελαστά ” είμαι καλύτερα ” .
Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας. Εύχομαι να σας βοηθήσει κι εσάς ο Άγιος αυτός όπως βοήθησε έμενα και την οικογένεια μου και σίγουρα χιλιάδες ανθρώπους .
Προσωπική εμπειρία από μία αναγνώστρια που τη βοήθησε ο άγιος Λουκάς  ο Ιατρός.

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Η Ορθοδοξία των Αγίων Πατέρων

Από: Π.Β.Πάσχος, Έρως Ορθοδοξίας , εκδ. Αποστολικής Διακονίας , Αθήνα 1987. 

Όπως στους αρχαίους καιρούς, είχαν συνήθεια oι άνθρωποι, εκείνους που γυρνούσαν νικηταί απ' τους πολέμους, να τους πανηγυριζουν και να βάζουν την εικόνα τους ή τα αγάλματά τους στις πλατείες και στα στάδια, από ευγνωμοσύνη πρώτα, γιατί εσωσαν την πατρίδα τους από μεγάλον κίνδυνο και για να παραδειγματίζουν κιόλας τη νεότητα, έτσι σήμερα κ' εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί: τιμούμε και πανηγυρίζουμε τους θεοφόρους Πατέρας της Εκκλησίας μας, που, σε καιρούς πολύ πονηρούς και πολύ δύσκολους για την Ορθοδοξία, πάλαιψαν γενναιότατα στις Οικουμενικές Συνόδους, όχι με κείνους τους εχθρούς που απειλούν την ελευθερία του σώματος, του τόπου ή του κράτους, μα με τους πιο φοβερούς: εκείνους που απειλούσαν την καθαρότητα της πίστεώς μας και τη σωτηρία της ψυχής μας. Πάλαιψαν δηλ. με τον ίδιο το διάβολο και τα ανθρωπόμορφα όργανά του. «Επειδή γουν πρέπον είναι να τιμούμεν τους ευεργέτας μας, διά τούτο και oι νομοθέται της Εκκλησίας μας ώρισαν να τιμούμεν τους αγίους και θεοφόρους Πατέρας, οπού αγωνίσθηκαν καί εκοπίασαν, διά να μας ελευθερώσουν από την αιχμαλωσίαν του πονηρού διαβόλου». Και, με το να δείχνουμε αυτήν την τιμή και την ευγνωμοσύνη μας στους γενναίους και ιερούς ακρίτες, στους θεοφόρους Πατέρας, που περιχαράκωσαν το πολεμούμενο κάστρο της Ορθοδοξίας, με στέρεα, υψηλά και ουρανοθέμελα τείχη, δηλ. με τα άγια δόγματα και τους κανόνες της Εκκλησίας μας, έχουμε και άλλη πνευματικήν ωφέλεια: ακούμε στην Εκκλησία -στον όρθρο ειδικά, που δυστυχώς πολύ λίγοι χριστιανοί τρέχουν να παρακολουθήσουν το πρωΐ- όλη τη δογματική διδασκαλία της Ορθοδοξίας, πλεγμένη ποιητικώτατα στους λειτουργικούς ύμνους. Kαι ακούγοντας την ορθή διδασκαλία. από τα τροπάρια της Εκκλησίας μας, πως δηλ. ο Χριστός εφόρεσε σάρκα «εκ της αγίας Θεοτόκου και ετελείωσεν όλην την εις τους ανθρώπους οικονομίαν του, έπειτα ανελήφθη και υπήγεν εις τους ουρανούς ως Θεός αληθινός» -για να αναφερθούμε στις κυριώτερες θέσεις μόνο· ακούγοντας λοιπόν και μελετώντας την ορθόδοξη διδασκαλία των θεοφόρων Πατέρων, μαθαίνουμε "επακριβώς" το περιεχόμενο της "θεοδιδάκτου πίστεώς μας", με όλες τις λεπτές αποχρώσεις και διατυπώσεις των "ευαγγελικών δογμάτων και των ευσεβών παραδόσεων". Κι ακόμα, ακολουθώντας την αγιασμένη παράδοση των θεοφόρων Πατέρων, γινόμαστε κ' εμείς ικανοί, οπλισμένοι με το θερμό ζήλο και τον "δικαιότατον θυμόν" και έχοντας στα πνευματικά μας χέρια "την σφενδόνην του Πνεύματος", να διώχνουμε μακριά απ' τη μάντρα της Εκκλησίας τους "ανιάτως περί την πίστιν νοσήσαντας", τους πολυώνυμους εχθρούς της Ορθοδοξίας, τους "βαρείς και λοιμώδεις λύκους", που αναφέρει το άγιο Ευαγγέλιο και ο ιερός υμνογράφος.
***
Πρέπει ίσως εδώ νά σημειώσουμε, πως η ποίηση των ιερών υμνογράφων, με τον κατανυκτικό λυρισμό της και την αγωνία της, γύρω από το βασικώτερο πρόβλημα-αίτημα, για τον ποιητή και για τον κάθε χριστιανό, τη σωτηρία δηλ. της ψυχής, δεν είναι καθαρή και συστηματική δογματική διδασκαλία· οι ποιηταί έχουν την ελευθερία τους και εδώ. Αυτό, ωστόσο, που για τον ειδικό ερευνητή δογματικό θεολόγο δημιουργεί μερικά προβλήματα, για το φιλακόλουθον αναγνώστη, που παρακολουθεί με προσοχή κ' ευλάβεια τα λεγόμενα, ψαλλόμενα και τελούμεγα στην Εκκλησία, είναι ο καλύτερος τρόπος για να μάθει τι πιστεύει και ακόμη να φυλάγει με φανατισμό τα ιερά δόγματα που του παραδίδει η μητέρα Εκκλησία. Θυμούμαι με πολλή συγκίνηση τους λόγους, που είπε πριν κάμποσα χρόνια σ' ένα Μητροπολίτη, ένας πανεπιστημιακός Καθηγητής, για τον τρόπο με τον οποίο διδάσκει η Εκκλησία τις δογματικές της αλήθειες και τον άλλο τρόπο της ειδικής επιστήμης: «Εκείνο, που ο ειδικός Καθηγητής -ας πούμε για το "ομοούσιον" της Α' Οικουμενικής Συνόδου- θα κάμει ένα χρόνο να το διδάξει, αναλύοντας και ερμηνεύοντας χιλιάδες ίσως σελίδες και παραπομπές, το διδάσκει η ιερά ύμνογραφία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας με δύο αράδες μόνο, όπως π.χ. με το "Πάτερ, Λόγε, Πνεύμα, Τριάς ή εν μονάδι" και με άλλα "τριαδικά" τροπάρια"!
Αυτή την αλήθεια μπορεί να την ιδεί κανείς και στο γνωστό αριστούργημα της υμνογραφίας μας, το "δοξαστικόν" των αίνων στις Κυριακές των Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων, ποίημα του Γεωργίου Νικομηδείας, που αποτελεί κ' ένα από τά καλύτερα μαθήματα της παραδόσεως της βυζαντινής μουσικής, και που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του τετάρτου:

Τών αγίων Πατέρων ο χορός,
εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίov,
μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν·
και το μυστήριον της Θεολογίας,

τρανώς παρέδωκε τη Εκκλησία.
Ους ευφημούντες εν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες·
Ω θεία παρεμβολή,

θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου·

αστέρες πολύφωτοι του νοητού στερεώματος·
της μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι·
τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου·
τα πάγχρνσα στόματα του Λόγου·

Νικαίας το καύχημα, οικουμένης αγλάϊσμα·

εκτενώς πρεσβεύσατε, υπέρ των ψυχών ημών. 
***
Αυτή τη μυστικήν ευωδία, που αποπνέουν τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου, αυτό το σωτήριο και γλυκό φως, που μας περιχύνουν οι πολύφωτοι αστέρες του νοητού στερεώματος της μυστικής Σιών, δηλ. της Εκκλησίας του Χριστού· αυτό το μυστήριο της Θεολογίας, που μας αποκαλύπτουν τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου, δεν μπορεί να το συλλάβει και να το ζήσει, παρά μόνον όποιος βαδίζει τον ίσιο δρόμο που περπάτησαν οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Γιατί αυτοί είναι, κατά κάποιον τρόπο, τα ασφαλή μέτρα, για να γνωρίζουμε -εμείς οι διχασμένοι άνθρωποι, που ζούμε μέσα στο ψέμα και στην παχυλήν αμαρτία της σάρκας και του πνεύματος- την αλήθεια για το Θεό, τον άνθρωπο και τους δρόμους της θεώσεως και σωτηρίας μας. Κι αυτά τα μέτρα, για να τα γνωρίσουμε και να τα χρησιμοποιήσουμε, πρέπει να τα πλησιάσουμε, να τ' αγαπήσουμε, να ιδούμε τον τρόπο της αγίας ζωής τους, που δεν ήταν διαφορετική απ' τη διδασκαλία τους -όπως τραγικά το ζούμε μεις σήμερα- πρέπει να εγκομβωθούμε, όπως εκείνοι, την υψοποιό ταπείνωση, η οποία μπορεί και μαραίνει όλες τις εγωϊστικές καινοτομίες, τις αιρετικές αποκλίσεις, τις υπερβολές στην εγκόσμια πολιτεία μας και την προσχώρηση στη σκοτεινή και αμαυρωμένη ατμόσφαιρα των παθών. Όμως, είναι πολύ δύσκολο να το πετύχει κανείς αυτό σήμερα, γιατί ο καθένας μας, τη μόνη αυθεντία που παραδέχεται πως υπάρχει, άξια να παίξει το ρόλο του πνευματικού οδηγού και δασκάλου, είναι ο εαυτός του και μόνον ο εαυτός του. Κι αυτός ο εγωϊσμός μας είναι που δεν μας αφήνει να γνωρίσουμε ως οδηγούς και διδασκάλους μας, τους μόνους ικανούς να μας οδηγήσουν στην αλήθεια του Ευαγγελίον, που άμα τη γνωρίσουμε θα θέλουμε να τα πουλήσουμε όλα για ν' αγοράσουμε εκείνο, το μόνο που μας χρειάζεται πραγματικά: τη σωτηρία της ψυχής μας. Γιατί όλα τα άλλα, και τα πιο πνευματικά -κατ' επίφαση, βέβαια- αν δεν απεργάζονται τη σωτηρία της ψυχής μας, όπως την ευλογεί και τη θέλει η Εκκλησία, κι όπως τη διδάσκουν με την πλουσιώτατη πείρα τους oι άγιοι Πατέρες, όλα αποτελούν σατανικές διαβολές για εκτροπή απ' τον ορθόδοξο πνευματικό δρόμο. Απόδειξη μεγαλύτερη δεν υπάρχει απ' τους ίδιους τους αρχηγούς των διαφόρων αιρέσεων, που άρχισαν με μικρές εκτροπές απ' την πατερική παράδοση και γραμμή -ερμηνεύοντας, βέβαια, παρεξηγημένα κάποια χωρία της Αγίας Γραφής- και ύστερα κατέληξαν να γίνουν αρνηται της θεότητος του Χριστού ή του Αγίου Πνεύματος. Τόσο η αμαρτωλή ζωή τους και ο σατανάς είχε θολώσει το νου τους!
***
Ίσως είναι δυσχερέστατο πράγμα, να κατανοήσει ο άνθρωπος του σημερινού "δυσωνύμου", στην μεγαλύτερην αναλογία του, κόσμου, τι είναι ή ορθοδοξία των αγίων Πατέρων, ή αυτό που τελευταία ονομάζουμε, όχι άστοχα, ορθόδοξη πνευματικότητα. Νομίζω, πως είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα, μόνο που η δεύτερη ονομασία είναι λιγώτερο σκληρή, ως κατόρθωμα -έτσι τουλάχιστον φαίνεται. Το κυριώτερο χαρακτηριστικό αυτής της ορθοδοξίας των Πατέρων, είναι αυτό που λέμε στη θεολογική γλώσσα "συμφωνία". Αυτή δεν οφείλεται στις θεολογικές σχολές ή ακαδημίες που σπούδασαν oι άγιοι Πατέρες, αλλά στο ’γιο Πνεύμα που φώτιζε την καθαρή τους διάνοια, για να θεολογούν ορθά. Kαι σ' αυτό το σημείο βρίσκεται και το κύρος και η αυθεντία των αγίων Πατέρων, ως συνόλου Πατερικής παραδόσεως, ως Πατερικής, θα λέγαμε, Εκκλησίας του Χριστού. Αυτή η "συμφωνία" των θεοπνεύστων Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων, ξεπερνά την εμπειρική και νοητική δύναμη του αμαρτωλού ανθρώπου. Γιατί είναι αποτέλεσμα ελλάμψεως του Αγίoυ Πνεύματος στις κεκαθαρμένες ψυχές τους. Αυτή η θεία έλλαμψη, που προϋποθέτει την σωματική και πνευματική κάθαρση και τον εξαγιασμό του νου, έδινε στους αγίους Πατέρας τη δύναμη να θεολογούν και να δογματίζουν εν "συμφωνία" -στις γενικές, βέβαια, γραμμές- χωρίς πλάνες και σατανικές αιρετικές ιδέες. Στις λεπτομέρειες και στην προσωπική διατύπωση κάθε εκκλησιαστικού Ιlατρός διασώζεται η ιδιοτυπία του, η προσωπική του έκφραση, για να δείχνεται και μ' αυτό τον τρόπο, πως το Πνεύμα είναι ελεύθερο. Και όχι μονάχα όπου θέλει "πνει", αλλά και όπως θέλει "πνει". Το ’γιον Πνεύμα είναι εκείνο που εμπνέει τη διδασκαλία στους αγ. Ιlατέρας και μοιράζει τα χαρίσματα· και ό,τι εκείνοι με τις μυστικές εμπειρίες τους και την προσωπική έκφρασή τους μας προσφέρουν, δεν είναι παρά ακτίνες πνευματικές της Αγ. Τριάδος, που διαθλώνται στο κάτοπτρο του αγίου βίου τους προς εμάς. Αυτό θα πει, πως η μόνη και ασφαλής οδός προς την ένωση με τον Θεό, είναι η βιωματική συνέχιση της Πατερικής Σκέψεως, της Πατερικής Παραδόσεως, της Πατερικής Θεολογίας, της Πατερικής Ζωής. Η "συμφωνία" των άγ. Πατέρων δίνει μια ενότητα στην όλη διδασκαλία της Εκκλησίας μας· και η ανόθευτη προβολή, στη σύγχρονη πνευματική ζωή της Εκκλησίας, του πραγματικού πνεύματος των Πατέρων και η, σύμφωνα μ' αυτό, πορεία των ανθρώπων, προσφέρει στους πιστούς ένα αίσθημα πνευματικής ασφαλείας, μιαν ελπίδα, που πλησιάζει τα όρια της βεβαιότητος, για τη σωτηρία της πολύτιμης ψυχής μας.
Οι άπειρες διαστάσεις της Ορθοδοξίας, που αποτελεί τον μεγαλύτερο και τον θερμότερον έρωτα των Πατέρων της Εκκλησίας μας, είναι κάτι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να χαραχθούν από ανθρώπους που δεν έφτασαν στα μέτρα των Πατέρων, και που δεν έμαθαν να θεολογούν "αγνώστως". Τα μάτια μας έχουν πολλή λάσπη, για να μπορέσουν να ιδούν την αδαμάντινη, την παγκαλην Ορθοδοξία μας, όπως ακριβώς μας την παρέδωκαν οι άγιοι Πατέρες μας. Γι' αυτό ο καθένας μας βρίσκει κι από μια ευλογοφανή αφορμή, για να αποδεσμεύεται απ' τα "πεπαλαιωμένα" πατερικά πρότυπα, και να προοφεύγει κάθε φορά και σε νέα σχήματα ζωής και τάξεως πραγμάτων, να "αναπροσαρμόζεται", να "ανακατατάσσεται" και να "συσχηματίζεται" με τον νυν αιώνα, τον απατεώνα, για να μην απομένει ασυγχρόνιστος... Ο σατανάς έχει πολλούς λόγους να χαίρεται μ' αυτές τις καινοτομίες μας. Αλλά η Εκκλησία, μας φέρνει στη μέση τη γιορτή των αγίων Πατέρων και μας λέγει -για να μας προφυλάξει απ' τις ευκολοπάτητες παγίδες του σατανά: «Διά ταύτην την αιτίαν εορτάζομεν τους αγίους Πατέρας, επειδή αυτοί μετά τους Αποστόλους μας εδίδαξαν την ευσέβειαν και εκήρυξαν τον Χριστόν Θεόν αληθινόν· διά τούτο και ημείς κάθε χρόνον εορτάζομεν την μνήμην τους, διά να αναθυμούμεσθεν πώς αγωνίσθηκαν διά την Ορθοδοξίαν, και πώς τους ετίμησε και o Θεός και οι άνθρωποι. Το λοιπόν και ημείς, ας κρατούμεν την πίστιν βεβαίαν, οπού μας επαράδωκαν οι άγιοι Πατέρες, και ας σπουδάζωμεν να κάμνωμεν τας παραγγελίας των, ότι όσα είπαν και ενομοθέτησαν, όλά εκ Πνεύματος αγίου τα επαραδωκαν εις τους χριστιανούς. Μη λέγωμεν, ότι ανθρώπων λόγια είναι αυτά, μηδέ να βάνωμεν εις τον νούν μας ότι ποταποί άνθρωποι τα ενομοθέτησαν· αλλ' ας ιδούμεν τι άγιοι τα είπαν, οπού μόνον και το όνομά τους είναι θαυμαστόν». Και ακολουθώντας την ορθόδοξη διδασκαλία τους, να εναρμονίζουμε και τη ζωή μας με την ιδική τους αγία ζωή.

Η Θεία Λειτουργία ως Θεολογική Ιερουργία

«Ημών σύμφωνος  η γνώμη τη ευχαριστία και η ευχαριστία βεβαιοί την γνώμην »
’γιος Ειρηναίος, Ρ.G. 7,1028  
«Μη τύπος αλλά πράγμα θυσίας η τελετή»
(Καβάσιλα, Περί Θείας Λειτουργίας)
Η  Θεία Λειτουργία  φθάνοντας  στην  αγία Αναφορά γίνεται μια καθολική δοξολογία: «’ξιον και δίκαιον Σε υμνείν , Σε ευλογείν , Σε αινείν , Σοι ευχαριστείν , Σε προσκυνείν ». Μέσα στον αίνο τούτο και την ευχαριστία γνωρίζομε τη θεολογία, αποκαλύπτεται η κοσμογονία. Τίποτε δικό μας δεν έχομε. Αυτός μας δημιούργησε εκ του μη όντος . Παραπεσόντας μας ανέστησε . Έκαμε τα πάντα μέχρις ότου μας χάρισε τη μέλλουσα Βασιλεία Του. Αυτή η αίσθηση της ευγνωμοσύνης και η δοξολογία υπέρ πάντων ων ίσμεν και ων ουκ ίσμεν , αποτελεί μια κλίμακα που μας ανάγει στον ουρανό, και  μας  κάνει  να  ακούμε  τον  τρισάγιο  ύμνο: «’γιος, ’γιος, ’γιος  Κύριος  Σαβαώθ...» Και ενώνονται οι φωνές μας και οι δοξολογίες μας προς το Θεό της αγάπης: «Μετά τούτων καί ημείς των μακαρίων δυνάμεων Δέσποτα φιλάνθρωπε βοώμεν και λέγομεν . ’γιος ει και Πανάγιος, Συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το  ’γιον . ’γιος ει και Πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου· ος τον κόσμον Σου ούτως ηγάπησας , ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον ». Η δόξα του Θεού φανερώνεται στην αγάπη, την κένωση. «Δι' υπερβολήν της ερωτικής αγαθότητος έξω εαυτού γίνεται... και προς το εν πάσι κατάγεται κατ'  εκστατικήν   υπερούσιον   δύναμιν   ανεκφοίτητον εαυτού» (Διονύσιος Αρεοπαγίτης, P.G. 3, 712 ΑΒ ). Το φως του προσώπου του δεν θαμπώνει αλλά φωτίζει. Η μεγαλοπρεπής του δόξα δεν εξουθενώνει τη μικρότητά μας, αλλά ανακουφίζει και σώζει: Είναι θεϊκή. Δεν μπορεί να μπλεχτή μέσα μας με τίποτε το ανθρώπινο. Δεν βλέπομε τη δόξα του Θεού - δεν μας την παρουσιάζει η Θεία Λειτουργία - στη μορφή του Παντοκράτορος ,  αλλά μας την αποκαλύπτει όπως φαίνεται στην πράξη της πατρικής προσφοράς και της θυσίας του Υιού. Στην έσχατη ταπείνωση του Δούλου τού Θεού. Όμοια και η αγιογραφία δεν μας παρουσιάζει το Χριστό, Βασιλέα της δόξης στην Ανάσταση, αλλά κρεμάμενο γαλήνια στο ξύλο του Σταυρού. «Ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον » ( Ιω . 3, 16). Έτσι καθένας που γνωρίζει τον Κύριο λειτουργικά, όπως πράγματι είναι, και πιστεύει σ' αυτόν -Του εμπιστεύεται  τη  ζωή  του - έχει  ζωήν αιώνιον , ανώλεθρο . Τα πάντα αλλάζουν σ' αυτόν από τώρα. Δεν βασανίζεται από καμμιά ταραχή. Ήρεμα βαδίζει μετ ' Αυτού επί των κυμάτων. Τα στοιχεία του κόσμου  και  οι  απειλές  αναβαίνουσιν   έως  των ουρανών και καταβαίνουσιν έως των αβύσσων και αυτός  μένει  αμετακίνητος  στην  ηρεμία, όντας ταυτόχρονα ευαίσθητος στο κάθε τί . Και η Θεία Λειτουργία  συνεχίζεται. « Ος (ο Υιός) ελθών και πάσαν   την υπέρ ημών οικονομίαν   πληρώσας ,  τη  νυκτί   ή  παρεδίδοτο , μάλλον δε εαυτόν παρεδίδου υπέρ της του κόσμου ζωής, λαβών άρτον εν ταις αγίαις αυτού καί αχράντοις   καί   αμωμήτοις   χερσίν , ευχαριστήσας   καί ευλογήσας , αγιάσας , κλάσας , έδωκε τοις αγίοις αυτού μαθηταίς καί αποστόλοις ειπών: Ο ιερεύς εκφώνως : Λάβετε  φάγετε τούτό μού εστι το Σώμα το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός: Αμήν. Ο ιερεύς μυστικώς : Ομοίως και το Ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων.
Ο ιερεύς εκφώνως : Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτό εστι το Αίμά μου το της καινής Διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός:Αμήν». Βρισκόμαστε πνιγμένοι μέσα στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες του. Κυριολεκτικά τα χάνομε μέσα σ' αυτό τον κατακλυσμό του ελέους και της αγάπης Του: προσφέρεται κλώμενος καί εκχυνόμενος σε μας. Δεν ξέρομε τι να κάνωμε . Δεν βρίσκομε τίποτε δικό μας, να Του δώσωμε σαν ευχαριστία· « oυ γαρ   εποιήσαμέν τι αγαθόν  επί της γης».  Γι' αυτό παίρνομε πάντα τα δικά Του και ευγνώμονα τα προσφέρομε: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα». Αυτή η ολοκληρωτική λειτουργική αντιπροσφορά στον αεί σφαγιαζόμενο Κύριο - πράξη ευχαριστίας και ελευθερίας - αποτελεί το κέντρο του μυστηρίου, την πηγή του αγιασμού του ανθρώπου και των τιμίων δώρων. Αυτή η προσφορά  μας απογυμνώνει απ' όλα, απολλύμεθα  ( Ματθ . 16,25). Παύομε να υπάρχωμε . Πεθαίνομε. Συγχρόνως είναι η στιγμή που γεννιώμαστε στή ζωή· κοινωνούμε της θείας ζωής, με το να προσφέρωμε τα πάντα, με το να γίνωμε μια ευχαριστιακή προσφορά. Έτσι η απώλεια της ζωής μας είναι ταυτόχρονα ανάδυση της υπάρξεώς μας σε κόσμο «καινό και ασύνθετο » όπου παραγενόμενοι είμαστε αληθινά  άνθρωποι. (Πρβλ. άγ. Ιγνάτιος, ΒΕΙΙ 2, 276). Μόνον όταν εξαρθρωθή τελείως ο άνθρωπος και ξανάρθη στην ύπαρξη από άλλη Δύναμη, μπορεί να νοιώση τι είναι ζωή· « oς αν απολέση ούτος ευρήσει » ( Ματθ . 16, 25). Ήδη με την εμπειρία αυτή του «σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα» κοινωνούμε της καινής ζωής που είναι προσφορά, κένωση. Όλα εδώ  υπάρχουν άλλως,  περιχωρούμενα :  Συναιρούνται οι εμπειρίες όλες. Συναιρείται ο άνθρωπος· απλώνεται μέχρι την απώλεια και συνέρχεται στο εν που είναι το παν. Βρίσκει τον Κύριο που είναι το Α και το Ω. Μιμνησκόμεθα πάντων των γεγενημένων και των γενησομένων . Είναι όλα παρόντα, συγκεκραμένα στο φως του προσώπου Του και το γλυκασμό της αυτού ωραιότητος . Στη στιγμή χωρά η αιωνιότης . Σ'έναν ’γιο μαργαρίτη όλος ο Παράδεισος, ο Χριστός. « Αινούμεν , ευλογούμεν και δεόμεθα ». Όλες οι προσευχές γίνονται μία, τη  στιγμή που πεθαίνομε πραγματικά και ζούμε ξενοτρόπως . « Tov θάνατον του Κυρίου καταγγέλλομεν και την ανάστασιν Αυτού ομολογούμεν » (Α' Κορ . 11, 26). Ζης την εμπειρία του ψυχορραγούντος , και το σπαρτάρισμα του αρτιγέννητου. Ξεψυχάς και γεννιέσαι. Γίνεσαι άκρως ευαίσθητος και ταυτόχρονα μένεις ασάλευτος σαν απ' αιώνων κεκοιμημένος . Είσαι ελεύθερος εαυτού, «πάντα αφελών και εκ πάντων απολυθείς». Έχεις άλλους νόμους ζωής, αιωνίου και ακαταλύτου . Είσαι νεκρός και ζωντανός. Ανύπαρκτος και παντοδύναμος. Πέφτεις στο κενό, καταποντίζεσαι, και πλημμυρίζεις ζωή, φτάνεις στην αίσθηση της αιωνίου παρουσίας Του. Γυρίζοντας  στην ανυπαρξία  ( διά της ολικής προσφοράς), βλέπεις να σε συγκρατούν τα χέρια που υπήρχαν πριν Αβραάμ γενέσθαι ( Ιω . 8, 58). Απεκαλύφ0ησαν τα θεμέλια της οικουμένης. Χάνεις τα πάντα και φανερώνεται στο βάθος της καρδιάς σου πώς ο άνθρωπος έχει δυνάμει τα πάντα μπαίνοντας εδώ, γιατί στη Λειτουργία της σωτηρίας του ο Χριστός, που ουκέτι αποθνήσκει, είναι « o προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος». Είναι ώρα σιωπής απολύτου και λάλου. Σιγά πάσα σαρξ βροτεία , και άκούγεται ο Λόγος. Το χώρο που κένωσε η προσφορά (ταπείνωση - ευχαριστία) κατέρχεται και πληροί το ’γιο Πνεύμα. Η ζωή μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι σβήσιμο ενσυνείδητο και ολοκληρωτικό, γι' αυτό είναι και αγκάλιασμα ενός μυστηρίου που μας ξεπερνά. Είναι κόπος και ανάπαυση. Είναι θάνατος και ζωή. Πιστεύεις ότι υπάρχει ζωή  γιατί γεννιέσαι, ακατάπαυστα. Έρχεσαι από την ανυπαρξία στην ύπαρξη. Πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός γιατί σε κρατά στα ζωντανά Του χέρια. Σε δημιουργεί, σε πλάθει. Αυτός εκ του μη όντος εις το είναι μας παρήγαγε» και μας παράγει, γιατί η δωρεά της χάριτός Του  είναι  σημαντικώτερο γεγονός  και μεγαλύτερη έκπληξη απ' ό,τι η αρχική εκ του μη όντος εις το είναι παραγωγή.« Παραπεσόντας μας ανέστησεν πάλιν και την βασιλείαν του εχαρίσατο την μέλλουσαν ». Και ενώ ήδη όλα μας χαρίστηκαν, και τα μέλλοντα, νοιώθει κανείς ότι ακόμη όλα τα περιμένουμε.  Όλα  είναι ατέλειωτα, γιατί όλα είναι αληθινά.  Όλα δόθηκαν, και όλα έρχονται ακατάπαυστα καινούργια.
Όταν μιλάμε για λειτουργική θεολογία εννοούμε την ενσάρκωση της θεολογίας. Και τούτο το βλέπομε καθαρά στην ευχαριστιακή ιερουργία. Το πόσο αληθινή είναι η Θεία Λειτονργία μας το αποκαλύπτει η ίδια η φυσιολογία της πνευματικής ζωής: « καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει ». Εγκαταλείποντας κανείς τα πάντα στο Θεό, φτάνοντας στην τελική συντριβή και ταπείνωση, δέχεται κατά φυσική  λειτουργία  των  πνευματικών  νόμων  τη χάρη του Θεού. Και στη Θεία Λειτουργία, μετά άπ' όλη την ευχαριστιακή αναφορά και την κατά πάντα και διά πάντα προσφορά στο Θεο , παρακαλούμε, δεόμεθα και ικετεύομε να έλθη το Πνεύμα το  ’γιον εφ' ημάς. Η ίδια πορεία ακολουθείται. Ο ίδιος νόμος βασιλεύει.  Το  ίδιο  Πνεύμα ζωής  διοργανώνει, πλάθει, ορίζει την ευχαριστιακή λειτουργία και τη διάρθρωση του ανθρωπίνου είναι μας. Γι' αυτό ο άνθρωπος όντας μέσα στη Λειτουργία, βρίσκεται στο κλίμα του, που μπορεί να ευδοκιμήση . Στην πατρίδα του, που τα  πάντα  είναι  γνώριμα και οικεία. Μιλιέται η γλώσσα του η μητρική. Ο  Θεός  έπλασε  τον  άνθρωπο  κατ'  εικόνα ιδική Του και ομοίωση. Ο Κύριος «της λειτουργικής ταύτης και αναιμάκτου θυσίας την ιερουργίαν παρέδωκεν ημίν ». Και η μία (η εσωτερική οργάνωση του ανθρώπου) και η άλλη (η λειτουργική θυσία) από το Θεό παραδίδονται. Η πορεία της θυσίας - η  πολιτεία της υπακοής του Υιού του Θεού - αποκαλύπτει  στη  Θεία  Λειτουργία την τριαδική ζωή και χάρη. Και έτσι αποκαλύπτει στον άνθρωπο ιερουργικά την αλήθεια της φύσεως του και τού   δείχνει  το  δρομο της ελευθερίας. Τη δυνατότητα της αναλήψεως και θεώσεώς του.
Δεν πρόκειται περί ιερολογίας, αλλά περί ιερουργίας. Δεν μιλάμε, αλλά πράττομε. Τίποτε  δεν υπάρχει χωρίς ρίζες βαθειές . Ό,τι παρουσιάζεται ή ακούγεται εξωτερικά είναι φανέρωση μιας εσωτερικής, προσωπικής, ενσυνείδητης θυσίας. Η εσωτερική αγάπη εκφράζεται ως ομολογία πίστεως εις την ομοούσιον και αχώριστον Τριάδα. « Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν : Πατέρα, Υιόν και ’γιον Πνεύμα...». Η αίτηση προς τον Πατέρα για την άφεση των πολλών μας προς Αυτόν οφειλημάτων γίνεται με τη συγχώρηση των μικρών οφειλών των άλλων σε μας (Κυριακή  προσευχή). Η παρακατάθεση της ζωής ημών απάσης και της ελπίδος σ' Αυτόν, αποτελεί την εσωτερική, «έργω», επίκληση της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος. Την ώρα της επικλήσεως, η κατά πάντα και διά πάντα προσφορά μας σ'Αυτόν έλκει τη χάρη, αποτελεί την παράκληση, δέηση και ικεσία προς τον Πατέρα για να καταπέμψη το Πνεύμα το ’γιο. Καί καταλαβαίνομε πως δεν εκφωνείται απλώς από τον ιερέα, αλλ' ιερουργείται απ' όλο το σώμα της Εκκλησίας  η  επίκλησις : Είναι ιερουργία επικλήσεως, πράξη  αιτήσεως, για τη μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού και για τον αγιασμό των πιστών: την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, της βασιλείας των Ουρανών το πλήρωμα, την παρρησία την προς το Θεό και την αποφυγή - εκ του αναξίως μεταλαμβάνειν - του κρίματος ή του κατακρίματος . Έτσι το γεγονός της μεταβολής και του αγιασμού των τιμίων δώρων και των πιστών ενσυνείδητα και ολοσώματα βιούται . Με την κατά φύσιν εύχαριστιακή του στάση όλος ο άνθρωπος, όλη η λειτουργική κοινότης , και δι' αυτών όλη η δημιουργία, γίνονται μία δέηση, παράκληση, ικεσία και απολαμβάνουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, τη χάρη της Πεντηκοστής και « νεουργείται η σύμπασα και θεουργείται » (Κάθισμα όρθρου 8ης Σεπτεμβρίου). Τίποτε δε γίνεται μηχανικά, μαγικά. Τίποτε δεν είναι θαμπό και σκοτεινό, αν και είναι υπέρ λόγον . Και έτσι τίποτε δεν μένει άσαρκο: τα πάντα προσφέρονται ως άρτος κλώμενος , τροφή φαγώσιμη στον άνθρωπο. Ως αίμα εκχυνόμενον , αίμα που αθόρυβα χύνεται στις φλέβες της ζωής και της ελπίδος μας. Τα πάντα φανερώνονται εσωτερικά στους πιστούς,  και τα πάντα φανερώνουν  μυστικά τον Ενεργούντα  τά πάντα εν πάσι . Ήδη η πράξη της εκούσιας προσφοράς των πιστών, ως ενέργεια αντίθετη προς την εγωϊστική στάση  και  ροπή  της πεπτωκυίας   φύσεώς μας, είναι κοινωνία και μετοχή στη θεία ζωή που είναι αγάπη άπειρη. Εδώ μαθαίνομε να ζούμε, να προσφερώμαστε . Ανατέλλει η όντως ελεύθερη ζωή, η μέλλουσα, που μας δόθηκε. Βλέπομε πως η προσφορά είναι αύξηση, η κένωση  πλήρωμα, η ταπείνωση δόξα. Μαθαίνομε να ευχαριστούμε. Kαι «η ευχαριστία εκείνω μεν ουδέν προστίθησιν , ημάς δε οίκειοτέρους αυτώ κατασκευάζει» (Χρυσόστομος, P.G.57,331).
Η Θεία Λειτουργία αποκάλυψη της καινής κτίσεως
Τίποτε το στατικό  δεν υπάρχει στη  Θεία Λειτουργία,  τίποτε το μεμονωμένο.  Τα πάντα ζουν κινούνται αρμονισμένα μέσα στο όλον. Όλα παίρνουν νόημα.  Όλα  συγκεντρώνονται. Όλα γνωρίζονται. Αποκαλύπτεται η φύση και ο λόγος της υπάρξεώς τους μέσα στη «λογική λατρεία», τη Λειτουργία του Λόγου «δι' ου τα  πάντα εγένετο ». Και ενώ μιλούμε για όλα, τα βλέπουμε όλα. Τα  πάντα  γίνονται  οικεία,  τίποτε δεν είναι ξένο, ουσιαστικά πρόκειται  περί ενός: Είναι η  ευλογημένη  Βασιλεία του  Πατρός  και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος που προσδέχεται και αγιάζει τη δημιουργία. Είναι η άκτιστη χάρη της Αγίας Τριάδος που καινίζει την κτίση. Με τη δοξολογική   εκφώνηση της τρισαγίου Βασιλείας αρχίζει η Θεία Λειτουργία. Στη συνέχεια μόνον αυτή ζητούμε: « Ελθέτω η χάρις, παρελθέτω ο κόσμος» (Διδαχή Αποστόλων). Σ' αυτήν προσφέρονται οι πιστοί κατά πάντα  και  διά πάντα. Και γίνεται η Θεία Λειτουργία ο θεολογικός τόπος όπου τα πάντα συναντιώνται . Έξω άπό τη θέρμη της τα πάντα είναι αγνώριστα, παγερά και μεμονωμένα. Εδώ μέσα βρισκόμενα περιχωρούνται , διακονούν λειτουργικά. Η ενότης της πίστεως παρουσιάζεται με το πώς  το  κάθε  τι  ζωογονείται,  μεταμορφώνεται, αφθαρτίζεται από την  άκτιστη τριαδική  χάρη. Έτσι  αναδεικνύεται η βασική  ενότης αρχικής καταγωγής,  σημερινής οργανώσεως,  καί   εσχατολογικής   εντελεχείας των  πάντων, που είναι  o Θεός, ως αιτία και τέλος πάντων. «Σοι ενί πάντα μένει· σοι δ' αθρόα πάντα θοάζει . Και πάντων τέλος έσσί » ( Γρηγόριος Θεολόγος, Ρ.G. 37,508). Και διαβεβαιώνει η πείρα της λειτουργικής ζωής: « Είδομεν το φως το αληθινόν ( αντανακλώμενον απ' όλο το μεταμορφωμένο κόσμο),  ελάβομεν   Πνεύμα  επουράνιον ». Ο κατά φύσιν κόσμος μέσα στον οποίο ζή ο άνθρωπος, ως θεανθρώπινη πραγματικότης , είναι ο λειτουργικός. Δεν ειναι ούτε η ιστορια σαν χρόνος ούτε η δημιουργία σαν χώρος, ούτε η λογική του πεπτωκότος ανθρώπου, ούτε η τέχνη του παραπαίοντος ατόμου. Μέσα στη Λειτουργια όλα υπάρχουν αλλοιωμένα  την  καλήν αλλοίωση· δοκιμασμένα (συντετριμμένα και ανορθωμένα), σταυροαναστάσιμα. Όλος ο κόσμος της Εκκλησίας, η καινή κτίση, είναι θεανθρωπία . Ατρέπτως ,  αναλλοιώτως   και ασυγχύτως ενώνεται ο κτιστός κόσμος  με την άκτιστη χάρη, και δεν καταργείται, δεν κατακαίεται, αλλά  μεταμορφώνεται  και  αφθαρτοποιείται : «Όλος γάρ ο νοητός κόσμος όλω τω αισθητώ μυστικώς τοις συμβολικοίς είδεσι τυπούμενος φαίνεται τοις οράν δυναμένοις · και όλος όλω τω νοητώ ο αισθητός γνωστικώς κατά νουν τοις λόγοις απλούμενος ενυπάρχων εστίν» (άγιος Μάξιμος, P.G. 91, 669 C ). Όταν ο θεατής της Αποκαλύψεως γράφη : «Εγώ Ιωάννης ο και αδελφός υμών... εγενόμην εν Πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα... και είδον ουρανόν καινόν και γην καινήν », είναι σαν να μας λέη : Εγώ ο αδελφός υμών Ιωάννης Λειτουργήθηκα. Η Λειτουργία μας φέρνει στο ανοιχτό παράθυρο της αποκαλύψεως, της αφθαρσίας. Μας δίδει τη δυνατότητα να αναπνεύσωμε καθαρό αέρα που ζωογονεί τα σπλάγχνα μας. Μέσα στη Θεία Λειτουργία έχομε αυτό το γεγονός και την εμπειρία. Τα πάντα γίνονται καινά με τη χάρη και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι ο ήλιος που φωτίζει τη γή , ούτε η φαντασία που ανοίγει τον ουρανό - «ουρανός και γη παρελεύσονται » ( Ματθ . 24, 35) - αλλά η παρουσία του Θεού που καινίζει , αφθαρτίζει , ενοποιεί γη και ουρανό. «Και η πόλις ου χρείαν έχει του ηλίου... » ( Αποκ . 21, 23).Τη λειτουργική πραγματικότητα δεν την καταυγάζει φωτισμός που πρόκειται να παρέλθη , «ουδέν γάρ φαινόμενον αγαθόν». Η αόρατη παρουσία του Κυρίου φωτίζει και αποκαλύπτει τα πάντα.
Λειτουργική περιχώρηση
Το ώσαύτως έχον αεί, το αναυξές , το αμείωτον , το προς πάσαν μεταβολήν την τε προς το κρείττον και προς το χείρον επίσης  ακίνητον   (του μεν γαρ  χείρονος ήλλοτρίωται ,  το δε κρείττον ουκ έχει) το δε παντός ανενδεές  ετέρου, το μόνον ορεκτόν , και παρά παντός , μετεχόμενον και εν τη μετουσία των μετεχόντων ουκ  ελαττούμενον , τούτό εστι αληθώς το όντως ον και η τούτου κατανόησις η της αληθείας γνώσίς εστι . ( Γρηγόριος   Νύσσης , S.C. 1bis 38 - 39). Συ γάρ ει Θεός ανεκφραστος , απερινόητος , αόρατος,  ακατάληπτος, αεί ων, ωσαύτως ων. Ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος , αλλά τους μετέχοντας αγιάζων . (Θεία Λειτουργία) «Το παρά παντός μετεχόμενον  και εν μετουσία των μετεχόντων ουκ ελαττούμενον τούτό εστιν αληθώς το όντως ον ». Η τριαδική αγάπη διαστέλλει το χώρο σε παράδεισο:  Παράδεισο  ελευθερίας  απαλλαγμένο από μέριμνα, φόβο και μίσος. Καταργείται η αδιαφάνεια.  Τα πάντα λάμπουν  ως κρύσταλλον . Καταργείται το αδιαχώρητο. Οι πάντες χωρούν άνετα: « Γέγονε ως επεταξας και ιδού τόπος εστί» ( Λουκ . 14,22). Κάθε μια νέα παρουσία δεν είναι στρίμωγμα - κέντημα καχυποψίας - αλλά εύρυνση , παροχή νέου χώρου και χαράς. «Χαρά ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον » (Ιω.16,21). Γιατί δεν έχομε συνωστισμο όχλου, αλλά περιχώρηση αγαπωμένων προσώπων. Οι πάντες βρίσκονται μέσα στους πάντες. (Ακραία αντίθεση σ' αυτό, η υποδοχή του Ιησού από τον Ηρώδη και η σφαγή των νηπίων).
Αλήθεια είναι αυτή που γευόμαστε στη λειτουργική πείρα και κοινωνία. Και τη γευόμαστε με την ψυχή και το σώμα. Είναι ο Κύριος ο μελιζόμενος και μη  διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος   και μηδέποτε δαπανώμενος αλλά τους μετέχοντας αγιάζων . Αυτός είναι « o ουράνιος άρτος η τροφή του παντός κόσμου». Αυτή είναι η τροφή που τρέφει τον άνθρωπο. Αυτή είναι η μόνη ελπίδα που τον σώζει. Αυτή είναι η μόνη χαρά που φωτίζει όλο του το βάθος και το πλάτος. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ζωής που φέρνει τον άνθρωπο στην  ακατάπαυστη  ανανέωση και θέωση .
Κάτι που δεν τρέφει όλους, κάτι που δεν είναι χαρά όλων - « παντί τω  λαώ » - δεν  είναι ούτε δική σου: Μια δική σου χαρά -και η πιο μεγάλη - όταν δεν είναι χαρά, τροφή και ανακούφιση για όλους, δεν είναι και για σένα παρά άρνηση και σαράκι. Αν η χαρά σου μελιζομένη διαιρείται ή έσθιομένη δαπανάται, είναι κόλαση. ’φησέ την και γύρεψε κάτι άλλο. Γιατί αντί να θρέψη τον μέσα και αληθινό σου άνθρωπο, θα σε δαπανήση μάταια και αναπόφευκτα. Θα σε διαβρώση , θα σε καταφάη .
Μέσα στη Θεία Λειτουργία βρίσκομε την τροφή, τη ζωή και τη χαρά, που μοιράζεται κομμένη και δεν διαιρείται, αλλά ενώνει· που μετέχεται , τρώγεται καί δεν δαπανάται, αλλά ενσωματώνει και αγιάζει. Αυτός ο οργανικός μας δεσμός μ' όλους τους άλλους γίνεται αντιληπτός σαν μέγα προσόν και βεβαίωση της καθολικής, προσωπικής σωτηρίας του ανθρώπου. Αυτό τελεσιουργείται μέσα  στην ορθόδοξη Θεία Λειτουργία και ολοφάνερα  αποκαλύπτεται ως δωρεά και  αντικατάπεμψη   της θείας χάριτος. Όποιος δεν αγαπά, αρνείται τη  φύση του. Καταστρέφει τήν αίσθηση και δυνατότητα για τη γνώση, που είναι αιωνιότης . Όποιος δεν βλέπει τον εαυτό  του να αυξάνη όταν ελαττούται και χάνεται για τον άλλο, βασανίζεται. Καταδικάζει τον εαυτό του σε κάτεργα απάνθρωπα. Μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι διαφορετικά: Μαθαίνομε να αγαπάμε.
***
Δεν είσαι μεμονωμένος και  χωρισμένος από τους άλλους και τά άλλα. Δεν κλείνεσαι στη φυλακή του χώρου. Δεν ασφυκτιάς στην καταδίκη του χρόνου. Η ζωή σου δεν είναι ένα ποτήρι νερό που αν το πιης μένεις το ίδιο διψασμένος όπως πρίν · και αν δεν το πιης θά σαπίση μπροστά στα μάτια σου. Δεν είσαι ένα τμήμα μηχανικό ενός απέραντου σύμπαντος, ούτε άτομο μέσα σε ανώνυμο  πλήθος.  Ο  Αρχηγός της  ζωής  σύντριψε τα κλείθρα του μηχανικώς υπάρχειν . Είσαι οργανικό μέλος ενός θεανθρώπινου μυστηρίου. Έχεις μιά διακονία συγκεκριμένη, μικρή, ελάχιστη, που σε κάνει κοινωνό του όλου. Μέσα στο είναι, το χαρακτήρα σου, ανακεφαλαιώνεται και ενεργείται το μυστήριο τής ζωής. Είσαι εικόνα του Θεού. Δεν αξίζεις γι' αυτό που έχεις αλλά γι' αυτό που είσαι. Και είσαι αδελφός του Υιού. Έτσι, όλοι  μπαίνομε  στο  πανηγύρι  των πρωτοτόκων.
Γνωρίζεις τον επί πάντων Θεό στην ίδια την υφή του προσώπου σου, στη διάρθρωση του είναι σου. Τον βλέπεις να εμπεριπατή . Και διακρίνεις τα ίχνη Του μέσα στην ακόρεστη δίψα σου για ζωή και την αγάπη σου. Ο αγώνας να τον φτάσης , είναι η ίδια η όραση του προσώπου Του. Είναι η στοιχείωση του είναι σου.
Η Λειτουργία δεν είναι ένα σκέτο κήρυγμα. Δεν είναι ένα άκουσμα. Ούτε ένα θέαμα. Η Λειτουργία δεν παλιώνει ποτέ. Δεν στειρεύει το πόμα της. Δεν μπορεί να πη κανείς ότι την έμαθε ή τη συνήθισε. Αν μια φορά την καταλάβη , αν μια φορά παρασυρθή από την έλξη της.
Οι πιστοί δεν παρακολουθούν σαν θεατές και ακροατές κάτι που τους συγκινεί λίγο ή  πολύ. Οι πιστοί μετέχουν στη Θεία Λειτονργία . Μέσα στον κάθε πιστό και σ' όλη τη λειτουργική κοινότητα, ιερουργείται το μυστήριο. Δεν βλέπομε το Χριστό εξωτερικά, τον συναντούμε μέσα μας. Μορφούται εν ημίν ο Χριστός. Γίνονται οι πιστοί Χριστοί κατά χάριν... 
Γίνεται μιά θαυμαστή κατά χάριν περιχώρηση και ασύγχυτη ταύτιση. Ο άνθρωπος ολόκληρος, σώματι και πνεύματι , μπαίνει μέσα στον ασύνθετο κόσμο της ακτίστου τριαδικής χάριτος. Και συγχρόνως δέχεται μέσα του το Χριστό συν Πατρί και Πνεύματι . Όλος ο Θεός προσφέρεται στον άνθρωπο, « μονήν παρ' αυτώ ποιεί» ( Ιω . 14, 23). Και όλος ο άνθρωπος προσφέρεται στο Θεό· «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα »· «Θεός θεοίς ενούμενος και γνωριζόμενος » (άγιος Γρηγόριος Θεολόγος,  Ρ.G.36, 317 C ).
***
Το να βλέπης το Χριστό εξωτερικά εξ αντικειμένου, να τον αγαπάς χωρίς μετάνοια, να κλαίς από συμπόνια, σαν τις θυγατέρες της Ιερουσαλήμ ( Λουκ . 23,28), οδηγεί στον παραπλανητικό, εξωλειτουργικό   συναισθηματισμό.  Αντίθετα, η αθόρυβη λειτουργική ιερουργία δίδει τη σωστή ορθόδοξη  αγωγή και το ήθος της κατανύξεως. Ούτε η χαρά καγχάζει και πληγώνει τον θλιμμένο, ούτε ο πόνος στυγνάζει και απογοητεύει τον αδύνατο. Παντού βασιλεύει η κατάνυξη που μυστικά και αστείρευτα παρηγορεί, χαροποιεί και αδελφώνει τους πάντας . ’λλο είναι συναισθηματισμός ανθρώπινος και άλλο κατάνυξη λειτουργική. Το ένα επιδερμικά ερεθίζει και  βιολογικά βασανίζει τον άνθρωπο, το άλλο καθηλώνει και παρηγορεί, αποκαλύπτοντας στις οριακές περιοχές της υπάρξεως τη θεοειδή φύση μας. Κάτι που σε φορτώνει με βαρύ χρέος και  ταυτόχρονα  σε  φτερώνει με ακατανίκητη ελπίδα. Ο άνθρωπος στα άγνωστα βάθη του κρύβει ένα θεϊκό θαύμα. Ούτε όταν στεναχωρείται, απογοητεύεται μέσα στην Εκκλησία, ούτε όταν χαίρεται, ταράσσεται από το μικρο και άτακτο φρόνημα. Και η λύπη και η χαρά, διακονούν λειτουργικά. Είναι εξ ίσου ιερατικές, έχουν την ίδια σεμνή εμφάνιση και αποστολή γιατί και οι δύο μπορούν να οδηγήσουν τον πιστό στην παράκληση της Βασιλείας. Ανασταίνονται βαθειές και άγνωστες δυνατότητες που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος. Συγκεντρώνονται τα πάντα στην «ψυχή» του· την πυρακτωμένη πνοή ζωής που ενεφύσησε από τα σπλάγχνα Του, ο Θεός. Δεν  στηριζόμαστε σε σχήματα σαθρά,  δεν τρεφόμαστε από  θνητή τροφή,  « ουχ   ηδόμεθα τροφή φθοράς» (’γιος Ιγνάτιος, Β.Ε.Π. 2, 276). Δεν παλεύομε με το σχετικο και εφήμερο. Δεν ελπίζομε τίποτε από το πρόσκαιρο. Δεν μιλάμε τη γλώσσα της Βαβέλ. Δεν  μπαίνομε μέσα στην κόλαση της ειδωλολατρείας , στή   βασιλεία  του σκότους, του χωρισμού, της απάτης. Εκεί  οι λατρεύοντες και οι  λατρευόμενοι «οφθαλμούς έχουσιν και ουκ όψονται , ώτα έχουσι και ουκ ενωτισθήσονται ...» ( Ψαλμ . 134, 16-17).  Μυστικά και άφραστα ο πιστός, ο βαπτισμένος, ο λειτουργημένος, εγεύθη κάτι άλλο και ησύχασε, ανεπαύθη . « Eις μάτην ταράσσεται πας άνθρωπος».
«Δεσπόζει των επουρανίων και των επιγείων»
Μέσα στην ορθόδοξη Θεία Λειτουργία έχομε την αποκάλυψη των δύο αληθειών: Πόσο ο Θεός είναι αόρατος, ακατάληπτος. Και πόσο είναι κοντά μας, μέσα μας. Πάντα μένει ως Θεός και άνθρωπος δίπλα μας και μέσα μας. Και ως Θεός και ως άνθρωπος εις τον απρόσιτο θρόνο του Πατρός. Αυτό  εκφράζει η ευχή:  « Πρόσχες , Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, εξ αγίου κατοικητηρίου Σου και από θρόνου δόξης της Βασιλείας Σου, και ελθέ εις το αγιάσαι ημάς, ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτως συνών...». Απευθύνεται ο λειτουργός εις τον Ιησούν , τον συγκαθήμενον τω Πατρί εις τον θρόνον της δόξης της Βασιλείας Του. Είναι τόσο κοντά τώρα ο Θεός της δόξης. Είναι τόσο οικεία, ομογενής η ατμόσφαιρα που βασιλεύει μέσα στη λειτουργική καθαγιασμένη πραγματικότητα  με τον κόσμο της δόξης της Βασιλείας Του, τον μακρυνό , τον «άνω». Και είναι τόσο κοντά αυτός ο απρόσιτος κόσμος, ώστε συνυπάρχει με το δικό μας. Ενώνονται, γίνονται ένα. Γι' αυτό τόσο απλά μιλούμε για τα τόσο μεγάλα, και τόσο  χαμηλόφωνα  (« μυστικώς ») απευθυνόμεθα εις τον Θεόν τον «άνω». Συγχρόνως ο Χριστός είναι μακρυά μας. Είναι « o ώδε αοράτως συνών». Δηλαδή δεν υπάρχει κοσμικά, δεν τον βλέπομε σαρκικά με τα βιολογικά μας μάτια και συναισθήματα, ούτε  διακρίνεται με τη λάμψη των κεριών, του ηλίου ή της ευφυΐας μας. Αόρατος, άγνωστος και ασύλληπτος μένει σ' όλα αυτά τα κτιστά στοιχεία. Μέσα στη Θεία Λειτουργία βρίσκεται αληθώς ο Κύριος ως Θεάνθρωπος. Και οι πιστοί, βαπτισμένοι και λειτουργημένοι, βρίσκονται  αψευδώς εν Αυτώ . Έτσι, όταν η ευχή αναφέρη ότι « αοράτως σύνεστι » μεταξύ μας, μας διαβεβαιώνει ότι « oρατώς » υπάρχει, αλλά με το φως της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και για τις καινές αισθήσεις της πίστεως (ψυχικές και σωματικές).  Δηλαδή ο  Κύριος  υπάρχει  πραγματικά,  « ενυποστάτως ορώμενος »,  παρηγορώντας  τα  έγκατά  μας  και σώζοντας τη φύση μας ολόκληρη με την « άυλόν τε θείαν έλλαμψιν και  χάριν  την  ορωμένην αοράτως και νοουμένην αγνώστως » (άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Χρήστου, τόμος 1,545),  και όχι « εκδειματούμενος φάσμασιν » αισθητοίς (ευχή μικρού Αγιασμού) τη φθαρτή και βιολογική μας ύπαρξη.
***
Ο πιστός, ευρισκόμενος μέσα στη Θεία Λειτουργία, έχει ξεπεράσει τον κόσμο  της  φθοράς. Ζη και σκιρτά διαστελλόμενος   πέρα  από  την απειλή του χρόνου, έξω από τη φυλακή του χώρου. Ενώ αυτά υπάρχουν (χώρος και χρόνος), ο άνθρωπος τρέφεται μυστικά από το « κεκρυμμένο μάννα», από μιαν άλλη πραγματικότητα· προγενέστερη του χρόνου και ανώτερη του χώρου. Και όταν αυτά πάψουν να υπάρχουν, το ίδιο ο άνθρωπος μπορεί να ζη και θα ζη . Τότε κατεβαίνοντας από το όρος της λειτουργικής εμπειρίας, της μετοχής στο όντως ον , κυκλοφορεί διαφορετικά ο άνθρωπος μέσα στη κτίση. Στρατεύεται διαφορετικά μέσα στο χρόνο. Είναι δυναμική παρουσία ως κόκκος συνάπεως . Μαρτυρία της Βασιλείας. Όλοι  περιμένομε, έχομε ανάγκη  από την παρουσία αυτών που θα έρχωνται από τη θλίψη τη μεγάλη (Αποκ.7,14) και δεν θα τους κυριεύη πια θάνατος. Θα έχουν βαπτιστή «εν τω θανάτω » και θα έχονν μεταβή εις την ζωήν . Όλοι περιμένομε την ευλογία των λειτουργημένων μορφών. Αυτών που η ύπαρξη θα σκιρτά λέγοντας: « είδομεν το φως το αληθινόν , ελάβομεν πνεύμα επουράνιον , εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες · αύτη γαρ ημάς έσωσεν ».